κάθε

κάθε
(Μ κάθε και ιδιωμ. κάθα)
(άκλιτη αόριστη αντων.)
1. (με ουσ., με άρθρο ή χωρίς άρθρο) καθένας, έκαστος (α. «κάθε άνθρωπος έχει τα βάσανά του» β. «ο κάθε μαθητής θα γράψει τρεις σελίδες»)
2. (με αιτ.) αντί τής προθέσεως ανά («κάθε δύο ώρες» — ανά δύο ώρες)
3. (ως χρον. σύνδ., με το αναφορ. που κατά παράλειψη τής λέξης φορά) όποτε, οσάκις («κάθε που νυχτώνει»)
νεοελλ.
1. φρ. α) «κάθε φορά» — εκάστοτε
β) «κάθε λίγο» ή «κάθε λίγο και λιγάκι» — κατά συχνά χρονικά διαστήματα
γ) «κάθε λογής» — κάθε είδος
2. παροιμ. α) «κάθε τόπος και ζακόνι, κάθε μαχαλάς και τάξη» — κάθε τόπος έχει τις δικές του συνήθειες, τα δικά του ήθη και έθιμα
β) «κάθε ποταμάκι με την κατεβασιά του» — καθένας άνθρωπος έχει και στιγμές βιαιότητας
μσν.
1. (ως χρον. σύνδ., μαζί με τους συνδ. όταν, όντεν, όντας ή με το να ή το που) κάθε φορά που, οσάκις (α. «κάθα ὅταν» β. «κάθα ὄντας» γ. «κάθα νά» δ. «κάθεν πού»)
2. (με ουσ. που δηλώνει χρόνο ή με αριθμ. και ουσ. ή με επίρρ.) σημαίνει επανάληψη κατά κανονικά χρονικά διαστήματα ή επιμερισμὁ (Α. «κάθα χρόνον» β. «κάθα χρόνου» γ. «κάθα μέρα» δ. «κάθε ταχιά»)
3. φρ. α) «εἰς κάθα τόπον» — παντοὺ
β) «κάθε ὥρα» — συνεχώς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καθ-έν, ουδ. τού καθ-είς, με σίγηση τού -ν- και αναβιβασμό τού τόνου].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • κάθε — άκλ. επιμεριστική αντων. 1. καθένας: Κάθε σπίτι του χωριού έχει και φούρνο. 2. (παροιμ.): «Κάθε ποταμάκι με την κατεβασιά του», που σημαίνει ότι κάθε άνθρωπος έχει και στιγμές βιαιότητας. – «Κάθε τόπος και ζακόνι, κάθε μαχαλάς και τάξη», που… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • εξίσωση — Κάθε προτασιακός τύπος της μορφής φ(x) = ψ(x), όπου φ και ψ συμβολίζουν συναρτήσεις της αυτής μεταβλητής x, ενώ οι τιμές τους ανήκουν στο ίδιο σύνολο, έστω Σ. Το σύμβολο x ονομάζεται: ο άγνωστος της ε. Αν Ε είναι το σύνολο που διατρέχει η… …   Dictionary of Greek

  • πολύεδρο — Κάθε σχήμα του χώρου, που περατώνεται σε επίπεδα πολύγωνα. Κάθε τέτοιο πολύγωνο λέμε ότι είναι μια έδρα του π. Κάθε κορυφή και κάθε πλευρά έδρας λέμε αντίστοιχα ότι είναι κορυφή και ακμή του π. Ο αριθμός των εδρών κάθε π. είναι μεγαλύτερος ή ίσος …   Dictionary of Greek

  • διαφήμιση — Κάθε ενέργεια η οποία αποβλέπει στη διάδοση πληροφοριών για εμπορικούς σκοπούς. H δ. είναι μια μορφή της γενικότερης δραστηριότητας που αναλαμβάνει τη διάδοση πληροφοριών, οι οποίες απευθύνονται σε μια ομάδα ανθρώπων με σκοπό να επηρεάσουν τη… …   Dictionary of Greek

  • αλφάβητο — Κάθε σύστημα γραφής μιας γλώσσας, με την ευρεία έννοια. Πιο ειδικά, είναι το σύνολο των σημείων που χρησιμοποιούνται για τις αλφαβητικές γραφές, οι οποίες διακρίνονται από τις ιδεογραφικές ή τις συλλαβογραφικές. Στην αλφαβητική γραφή, κάθε απλός… …   Dictionary of Greek

  • μνημείο — Κάθε τι και κυρίως κάθε κτίσμα στήλη, τύμβος κλπ. που προορίζεται να συμβολίσει μια ιδέα ή να τιμήσει και να διαιωνίσει τη μνήμη κάποιου σημαντικού γεγονότος ή προσώπου. Τα προϊστορικά ντόλμεν, οι πυραμίδες, οι τύμβοι, είναι μνημεία αυτού του… …   Dictionary of Greek

  • δημόσιος λειτουργός — Κάθε πρόσωπο που συνεργάζεται συστηματικά για τη λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών, είτε είναι δημόσιος υπάλληλος είτε όχι, όπως, για παράδειγμα, οι στρατιώτες, οι ένορκοι, οι δικηγόροι, οι ιδιώτες μέλη επιτροπών, συμβουλίων, εθελοντές ή τιμητικά …   Dictionary of Greek

  • επίπεδο — Κάθε επιφάνεια, πάνω στην οποία εφαρμόζει η ευθεία προς όλες τις διευθύνσεις. Στην αναλυτική γεωμετρία, το ε. χαρακτηρίζεται ως το καρτεσιανό γινόμενο R χ R (όπου R είναι το σύνολο των πραγματικών αριθμών), δηλαδή το σύνολο των διατεταγμένων… …   Dictionary of Greek

  • επιδίκαση — Κάθε διαδικασία που διενεργείται για τη διευθέτηση μιας διαφοράς. Η ε. πρέπει να εμπεριέχει το στοιχείο της απονομής δικαιοσύνης, ανεξάρτητα από τον ειδικότερο στόχο που μπορεί να έχει σε κάθε περίπτωση. Μπορεί επίσης να αποβλέπει στην επίλυση… …   Dictionary of Greek

  • κύκλος — Κάθε καμπύλη του επιπέδου που αποτελεί τον γεωμετρικό τόπο των σημείων του που ισαπέχουν από ένα ορισμένο σημείο. Αν Ε είναι ένα επίπεδο, Ο ένα σημείο του και ρ θετικός αριθμός, τότε υπάρχει ένας και μόνο ένας κ. του επιπέδου Ε με την ιδιότητα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”